https://ikariologos.gr/oroi-xrisis/
Η "Διαδικασία" της Εγκατάστασης Αποικίας στην ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ (1880-1948)

Η “Διαδικασία” της Εγκατάστασης Αποικίας στην ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ (1880-1948)

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων είκοσι χρόνων του 19ου αιώνα, οι εξουσιαστικοί Σιωνιστικοί μηχανισμοί ξεκίνησαν μια εκτεταμένη προσπάθεια για την δημιουργία κράτους στην περιοχή της Παλαιστίνης. Εκείνη την εποχή (1880), ο Σιωνισμός εμφανίζεται σαν αποικιοκρατικό ιδεολόγημα και θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τον Ευρωπαϊκό Εθνικισμό και τον κατακτητικό αγώνα δρόμου της Αφρικανικής Ηπείρου, από τις Αυτοκρατορίες της Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Αυστροουγγαρίας, Γερμανίας και Ρωσίας.

Οι Σιωνιστές πλουτοκράτες, κρίνουν πως «η κοινή θρησκεία και τα υποτιθέμενα φυλετικά γνωρίσματα» είναι η απόδειξη της Εβραϊκής Εθνότητας και επομένως το «Εβραϊκό Έθνος», μπορεί, όπως και τα άλλα Ευρωπαϊκά Έθνη, να προσαρτήσει ένα κομμάτι γης και να φτιάξει μία αποικία-κράτος, για όλους τους Εβραίους. Φυσικά αυτή η περιοχή έπρεπε πάση θυσία να είναι η υποσχόμενη «γη της επαγγελίας», που είναι το Αφρικανό-ασιατικό πέρασμα από την μία Ήπειρο στην άλλη.

Η πρώτη ευκαιρία για μαζική αποικιοποίηση δίνεται το 1882, όταν η Τσαρική Ρωσία ξεκινάει βίαιους διωγμούς εναντίων των Εβραίων, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων θα διαφύγει προς τη δυτική Ευρώπη και την Αμερική, ενώ ελάχιστοι θα εγκατασταθούν στην Παλαιστίνη. Μέχρι το 1897 η προσπάθεια για την δημιουργία μιας Σιωνιστικής αποικίας ήταν αυθόρμητη, σποραδική και χωρίς απήχηση, αφού τα ισχυρά κίνητρα και η τεράστια ενίσχυση από το Εβραϊκό χρηματιστικό κεφάλαιο δεν δελέαζαν τις ευρύτερες Εβραϊκές κοινότητες που προτιμούσαν τις οικονομικές ευκαιρίες στη βόρεια Αμερική και την Αργεντινή.

Τον Αύγουστο του 1897, στην Βασιλεία της Ελβετίας, οι Σιωνιστές πλουτοκράτες αλλάζουν ριζικά την στρατηγική τους, πραγματοποιώντας το 1ο Σιωνιστικό Συνέδριο, με ηγέτη τον Τέοντορ Χερτσλ. Σ’ αυτό συμμετέχουν μεγαλοτραπεζίτες, μεγαλέμποροι, βιομήχανοι, μεγαλοκτηματίες και χρηματιστές δεκαεφτά Εβραϊκών κοινοτήτων από ισάριθμες χώρες, οι οποίοι καλούσαν σε άμεση πρακτική δράση για την οργάνωση, την αποικιοποίηση και την πολιτική διαπραγμάτευση.

Οι ίδιοι, γνωρίζοντας το γεγονός ότι μία αποικία χωρίς Μητρόπολη (για ανεφοδιασμό, στήριξη, ενίσχυση και κυρίως προστασία) είναι αδύνατη, δημιουργούν έναν μισοκρατικό μηχανισμό, που θα είχε αυτόν τον ρόλο, την Παγκόσμια Σιωνιστική Οργάνωση, η οποία αποτελείται από τις Ομοσπονδίες τοπικών Εβραϊκών Οργανώσεων (σε κάθε χώρα), το Συνέδριο, το Γενικό Συμβούλιο και την Εκτελεστική Επιτροπή.

Οι Ομοσπονδίες των τοπικών οργανώσεων θα ασχολούνταν με την καλλιέργεια της Ιουδαϊκής Εθνικής υπερηφάνειας και το εθνικό αίσθημα, των Εβραϊκών κοινοτήτων ώστε να πείσουν Εβραίους τεχνίτες, αγρότες και εμπόρους για τον αναγκαίο εποικισμό της Παλαιστίνης. Η Εκτελεστική Επιτροπή αναλαμβάνει όλες τις πολιτικές, στρατιωτικές και οργανωτικής φύσεως υποθέσεις που αφορούσαν την ίδρυση Ιουδαϊκών αποικιών στην Παλαιστίνη, ενώ το Γενικό Συμβούλιο θα αποκαθιστούσε το συνέδριο της Π.Σ.Ο., όταν αυτό δεν συγκαλούνταν, και το αποτελούσαν εκπρόσωποι Εβραϊκών Τραπεζών, εταιριών και βιομηχανιών των δεκαεφτά κοινοτήτων. Έτσι, λοιπόν, ο καθορισμός του συγκεκριμένου Εθνικιστικού προγράμματος που θα οδηγούσε σε μια οργανωμένη εποίκιση, χαιρετίστηκε σαν την νέα στρατηγική που εγγυόταν την δημιουργία Εβραϊκής Εστίας στην Παλαιστίνη, νομιμοποιημένη από το Διεθνές Δίκαιο.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι μετά την λήξη του Συνεδρίου ενημερώθηκαν όλες οι Εβραϊκές κοινότητες για την ίδρυση της Π.Σ.Ο. και τις αποφάσεις της, ενώ ταυτόχρονα ένας ύποπτος σιωνιστικός μηχανισμός θα ξεκινήσει να τις εκβιάζει, ώστε να εκπληρώσουν το δήθεν πατριωτικό τους χρέος, προς το Ισραήλ, με την μορφή φορολογίας, ένα είδος δηλαδή ετήσιας συνδρομής ενός χρυσού φράγκου. Τα μέλη της Π.Σ.Ο., από δω και πέρα, θα διορίζονταν από ομάδες πλούσιων Εβραίων και όχι από τις κοινότητες, που ο ρόλος τους θα παραμείνει διακοσμητικός, μόνο για την πληρωμή της «συνδρομής».

Ακολουθεί μία περίοδος δέκα χρόνων (1898-1908), όπου η Π.Σ.Ο. θα ετοιμάσει τους απαραίτητους μηχανισμούς για την συστηματική εποίκιση, όπως το Εβραϊκό Αποικιακό Τράστ και την Επιτροπή Αποικιοποίησης το 1898, το Εθνικό Εβραϊκό Ταμείο το 1901, το Γραφείο Παλαιστίνης και την Εταιρεία Αναπτύξεως Παλαιστινιακών Εδαφών το 1908. Ενώ, παράλληλα, θα ξεκινήσουν προσπάθειες από το Γενικό Συμβούλιο να προσεγγίσουν τις μεγάλες δυνάμεις για να τους επιτραπεί η εγκατάσταση στην Παλαιστίνη.

Συγκεκριμένα το 1901 έρχονται σε επαφή με τον σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του ζητάνε να τους παραδώσει μία Χάρτα μετανάστευσης για την αυτόνομη εγκατάσταση εποίκων Σιωνιστών στην περιοχή της Παλαιστίνης (πολιτικά την έλεγχε η Τουρκία), με αντάλλαγμα να ξεχρεώσουν το αβάστακτο οικονομικό χρέος της προς στις δυτικές δυνάμεις. Ο Σουλτάνος αρνείται κατηγορηματικά και βλέπει με καχυποψία μία σιωνιστική εγκατάσταση στην περιοχή.

Το 1902, το Γενικό Συμβούλιο θα έρθει σε επαφή με την Μεγάλη Βρετανία, και θα ζητήσει από τον Υπουργό Αποικιών, Τσάμπερλαιν, να επιτρέψει Σιωνιστική Αποικία κάτω από βρετανική προστασία, στην χερσόνησο του Σινά, σαν το πρώτο βήμα πριν την εγκατάσταση στην Παλαιστίνη. Ο Τσάμπερλαιν αρνείται, αλλά βεβαιώνει πως οι χρηματιστικοί και βιομηχανικοί κύκλοι της Αγγλίας κατανοούν το πρόβλημά τους και θα τους «υποστηρίξουν» όσο γίνεται. Οι Σιωνιστές θα καταφύγουν στον Αυτοκράτορα της Γερμανίας και θα του ζητήσουν να δεχτεί την δημιουργία μιας Εταιρίας Εδαφικής Ανάπτυξης, που θα την διαχειρίζονταν Σιωνιστές στην Παλαιστίνη, υπό Γερμανική προστασία. Αλλά για άλλη μια φορά οι διπλωματικές τους προσπάθειες για να εξασφαλίσουν κυβερνητικές άδειες και διευκολύνσεις αποτυγχάνουν.

Μέχρι το 1908, το Γενικό Συμβούλιο είχε καταφέρει ελάχιστα πράγματα, ενώ η διαπίστωση ότι δύσκολα αξιοποιείται ο περίπλοκος αποικιοκρατικός τους μηχανισμός, τους οδηγεί σε μια εκ νέου αλλαγή της στρατηγικής τους. Αυτή την φορά η «de facto» αποικιοποίηση με αυστηρά στρατηγικά και πολιτικά κριτήρια, χωρίς καμία νομιμοποίηση ή προώθηση από καμιά Ευρωπαϊκή δύναμη, θα αποτελέσει την νέα τακτική τους μέχρι το 1917. Παρά την οξύτερη ιδεολογική συνείδηση και το δυναμισμό, αποτυγχάνουν για άλλη μια φορά, αφού μόνο το 1% της Παγκόσμιας Εβραϊκής κοινότητας ήταν Σιωνιστές και ενώ οι υπόλοιποι προτιμούσαν την αφομοίωση τους στις Η.Π.Α. και στις Ευρωπαϊκές χώρες και σε καμιά περίπτωση δεν θέλανε μία «αυτό-απομόνωση» στην Παλαιστίνη. Έτσι, μέχρι το 1917 μόνο το 8% του πληθυσμού της Παλαιστίνης ήταν Σιωνιστές έποικοι, έναντι του 92% που ήσαν άραβες και μόνο το 2,5% της γης είχε περάσει κάτω από τον έλεγχό τους.

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ανατρέπει την κατάσταση, αφού οι σχέσεις Μεγάλης Βρετανίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τινάζονται στον αέρα με την συμμαχία της Τουρκίας με τις Κεντρικές Δυνάμεις (Γερμανίας-Αυστροουγγαρίας-Ιταλίας).

Μέχρι το 1917, το συμφέρον της Μεγάλης Βρετανίας στην περιοχή της Παλαιστίνης ήταν μία «ακέραιη» Άγκυρα στην Ασία, με την υπάκουη Οθωμανική Αυτοκρατορία να ελέγχει την Διώρυγα του Σουέζ και να προφυλάσσει τον δρόμο ξηράς προς τις Βρετανικές Ινδίες. Αλλά ήδη από το 1915, η Αγγλία ήθελε να δημιουργήσει μια Νέα Τάξη πραγμάτων στην νοτιοδυτική Ασία, με την δημιουργία Αραβικής Αυτονομίας στην περιοχή, που θα είχε τον ίδιο υπάκουο και προστατευτικό ρόλο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Έτσι, με μυστικές συμφωνίες μεταξύ αραβικών φυλών υποκινεί στις αρχές του 1916 την Αραβική Επανάσταση ενάντια στην Τουρκία.

Οι πιέσεις, όμως, των συμμαχικών δυνάμεων της Βρετανίας οδηγούν την άνοιξη του 1916 σε μυστική συμφωνία ανάμεσα σε Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία για το μοίρασμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπου τα συμφέροντα της Γαλλίας για το πέρασμα του Σουέζ συγκρούονται με τα συμφέροντα της Αγγλίας που απαιτούσε την ασφάλεια της χερσονήσου του Σινά και της Παλαιστίνης ώστε να ελέγχει την διώρυγα.

Οι δύο σύμμαχοι αποφασίζουν (Άγγλογαλλική συμφωνία) το φθινόπωρο του 1916 να διεθνοποιήσουν την περιοχή, πράγμα που έκανε τους ηγετικούς κύκλους της Ιμπεριαλιστικής Αγγλίας να ανησυχούν.

Στις αρχές του 1917, η νέα κυβέρνηση της Αγγλίας προσπαθεί μάταια να αποδεσμευτεί από την Αγγλογαλλική συμφωνία (της προηγούμενης κυβέρνησης) για την διεθνοποίηση της Παλαιστίνης. Μπροστά στο κίνδυνο να χάσει τον πλήρη έλεγχο της περιοχής, έρχεται σε επαφές με την Παγκόσμια Σιωνιστική Οργάνωση, η οποία έχει αμοιβαία συμφέροντα και με το πρόσχημα ότι μια σιωνιστική αποικιοποίηση στην Παλαιστίνη απαιτούσε Αγγλική κυριαρχία, οι σιωνιστές Αμερικάνοι και Γάλλοι ξεκινάνε μεγάλες πιέσεις στις κυβερνήσεις τους, ώστε να εμποδίσουν να μπει η περιοχή κάτω από διεθνή έλεγχο.

Έτσι με την εξασφάλιση της Γαλλικής συναίνεσης για την αναθεώρηση των Αγγλογαλλικών συμφωνιών, εφαρμόζεται το σχέδιο μαζικής αποικιοποίησης, με την σιωνιστική κοινότητα να εξαρτάται και να προστατεύεται πλήρως από την Μεγάλη Βρετανία.

Η Αγγλοσιωνιστική συμμαχία παίρνει «σάρκα και οστά» στις 2 Νοεμβρίου του 1917, με την Δήλωση Μπάλφουρ όπου ανακοινώνεται η δημιουργία Εβραϊκής «Εθνικής Εστίας» στην Παλαιστίνη. Αμέσως η Αγγλία διορίζει κυβερνήτη της Παλαιστίνης το τότε Σιωνιστή ηγέτη Βάϊσμαν, και αναγνωρίζει την Π.Σ.Ο. ως αντιπροσωπευτικό Εβραϊκό Σώμα, ανοίγοντας τον δρόμο για μαζική εγκατάσταση των Εβραίων, παρά τις αντιδράσεις των αράβων. Μεταβιβάζει κρατικές εκτάσεις γης σε σιωνιστές άποικους και τους επιτρέπει την δημιουργία σχολείων, στρατού (Χαγκανάχ) και μονάδων κρούσης (παλμάχ). Η Βρετανική Διοίκηση θα προστατέψει τους «θεσμούς» της Εστίας, θα συνεργαστεί στενά με την νεοσύστατη Εβραϊκή Μυστική Υπηρεσία, ΜΟΣΑΝΤ, και θα υποθάλψει τις (παρα)κρατικές τρομοκρατικές ομάδες Στέρν και Ιργκούν.

Η Μοσάντ, με επικεφαλής τον Χάιμ Χέρτσοκ (που διευθύνει το Εθνικό Εβραϊκό Ταμείο και το Ταμείο Αποικισμού της Παλαιστίνης), ξεκινά με τις ένοπλες ομάδες των Στέρν και Ιργκούν εκτεταμένες ενέργειες κατασκοπείας, παραπληροφόρησης και γενοκτονίας εναντίον του αραβικού πληθυσμού. Για τα επόμενα τριάντα χρόνια η τακτική των διωγμών θα συνεχιστεί με αμείωτο ρυθμό, κάτω από το «βλέμμα» της Βρετανικής Διοίκησης, με αποτέλεσμα το 1948 η Εβραϊκή παροικία να έχει δωδεκαπλασιαστεί.

Οι άραβες της Παλαιστίνης αρχίζουν να πιέζουν την Μεγάλη Βρετανία να σταματήσει αμέσως την δράση των σιωνιστών εποίκων, αλλά αυτή αρκείται στο να τους βεβαιώσει, ότι τα «δικαιώματά» τους δεν θίγονται και τους απαγορεύει να οργανώσουν την αυτοάμυνά τους.

Κάτω απ΄ την Αγγλοσιωνιστική κατοχή, ο αραβικός πληθυσμός δεν θα κάτσει με σταυρωμένα χέρια και θα ξεκινήσει την δυναμική αντίσταση του, ενάντια στον Βρετανικό στρατό και τους ένοπλους σιωνιστές. Οι πρώτες συμπλοκές ξεσπούν τον Μάρτιο του 1920 στην βόρεια Παλαιστίνη μεταξύ αράβων αγροτών και σιωνιστών εποίκων, ενώ ένα μήνα αργότερα οι συγκρούσεις θα μεταφερθούν στην Ιερουσαλήμ. Μέχρι τις αρχές του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου (1939) θα ξεσπάσουν μεγάλες εξεγέρσεις στην Παλαιστίνη (1921-1929-1933) με αποκορύφωμα την πανεθνική απεργία του 1936, η οποία είχε διάρκεια 174 ημέρες. Η Εντολοδόχος Κυβέρνηση, τότε, έκανε τα πάντα να την σπάσει, αλλά παρά τις τρομερές θυσίες του αραβικού πληθυσμού η εξέγερση συνεχίστηκε και μόνο με την μεσολάβηση των ηγετών των γειτονικών Αραβικών κρατών, που υποσχέθηκαν να ξεκινήσουν συλλογικές Αραβικές διαπραγματεύσεις με την Αγγλική κυβέρνηση για να «δικαιωθούν» τα αιτήματά τους σταμάτησε η απεργία.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από την Δήλωση Μπάλφουρ (1917), η βρετανική διοίκηση μέχρι το 1947, προσπαθούσε να καθυστερήσει την κρατική ολοκλήρωση της Σιωνιστικής αποικίας, γιατί θα γινότανε ανεπιθύμητη και θα έχανε τον έλεγχο της περιοχής, σε αντίθεση με τον σιωνισμό που έκανε τα πάντα για να την επιταχύνει. Μετά την λήξη της πανεθνικής απεργίας του 1936, η Αγγλία κάτω από τις πιέσεις των Αραβικών κρατών για την στάση της στην Παλαιστίνη και την εμπλοκή της στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σταματάει εντελώς την υποστήριξή της προς τον Σιωνισμό, με αποτέλεσμα να οξυνθούν οι αντιθέσεις με την Π.Σ.Ο. και η Αγγλοσιωνιστική συμμαχία να διαλυθεί.

Οι άραβες, ελέγχοντας τις πωλήσεις της γης τους προς τους έποικους, θα καταφέρουν μέχρι το 1948 (χρονιά που ξεκινάει η εκδίωξή τους από την Παλαιστίνη) να κρατήσουν το 96% της γης και μόνο το 4% θα περάσει κάτω από τον έλεγχο των Σιωνιστών.

Το 1945 η Αγγλία είχε αποδυναμωθεί και η Σιωνιστική αποικία έπρεπε να βρει έναν νέο πιο δυνατό προστάτη. Οι Η.Π.Α. μπαίνουν στο «παιχνίδι». Είναι μία υπερδύναμη με τεράστια οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα στην Μέση Ανατολή και με τεράστια Σιωνιστική επιρροή στον πολιτικό της κόσμο. Οι Αμερικανικές σιωνιστικές οργανώσεις Μπνάι Μπρίθ, Μπνάι Ζιον, Αμερικανικό Εβραϊκό Κογκρέσο και Σιωνιστική Οργάνωση Αμερικής είχαν στον έλεγχό τους μεγάλο μέρος της βιομηχανίας, του εμπορίου, της οικονομίας και του πολιτικού κόσμου των Η.Π.Α.

Οι Η.Π.Α. δέχονται να συμμαχήσουν με τον Σιωνισμό και για να δοθεί διεθνές κύρος στο αμερικανό-σιωνιστικό σύμφωνο τους, επιλέγουν τον Ο.Η.Ε., ώστε να ψηφιστεί η πρόταση διαμελισμού της Παλαιστίνης για την δημιουργία Σιωνιστικού κράτους.

Έτσι στις 29 Νοεμβρίου 1947, οι Η. Π. Α. με μια Αμερικανό-Ευρωπαϊκή πλειοψηφία στην Γενική Συνέλευση των Εθνών, ψηφίζουν το σχέδιο διαμελισμού στην αραβική γη της Παλαιστίνης. Κατά την διάρκεια της ψηφοφορίας μόνο η Νότιο-αφρικανική Ένωση ψήφισε υπέρ, ενώ όλες οι άλλες χώρες τις Αφρικής και της Ασίας καταψήφισαν το σχέδιο. Τον Δεκέμβριο του 1947 οι Άγγλοι αποχωρούν από την Παλαιστίνη, ενώ τέσσερις μήνες αργότερα, στις 17/4/ 1948, οι Η.Π.Α. και η Π.Σ.Ο. ανακηρύσσουν την δημιουργία του Σιωνιστικού αποικιοκρατικού κράτους.

Η σιωνιστική αποικία με την τακτική της στρατηγικής συμμαχίας με την Δύση (για εξωτερικές πηγές ανεφοδιασμού και δύναμης), θα ξεκινήσει τον Μάιο του 1948 την απροκάλυπτη εξόντωση και βίαιη απομάκρυνση των Παλαιστινίων από την περιοχή, οι οποίοι μετά από τριανταετή Αγγλική κατοχή δεν θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το σύγχρονα οπλισμένο Σιωνιστικό κράτος.

Οι περιοχές της Ντερ Γιασίν, Αϊν Ελ Ζαϊτούν και Σαλάχ Έντ Ντίν θα είναι η αρχή μιας γενοκτονίας που δεν υπάρχει προηγούμενο.

Οι άγριες σφαγές γενοκτονίας εναντίων των Αράβων θα συνεχιστούν αμείωτα: τον Δεκέμβριο του 1951 στην Ικρίθ, τον Ιούλιο του 1953 στην Αλ Τιράχ, το Σεπτέμβριο του 1953 στην Αμπού Γκός, τον Οκτώβριο του 1956 στην Καφρ Κασίμ και τον Ιούνη του 1965 στην Άκρε.

Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 3, Μάϊος 2002

ΠΗΓΗ

Κοινοποίηση άρθρου: