https://ikariologos.gr/oroi-xrisis/
Φύση και Παράνοια (Μέρος Α΄)

Φύση και Παράνοια (Μέρος Α΄)

Tο ερώτημά μου είναι: γιατί η κοινωνία επιμένει να καταστρέφει το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει; Έχω, κατά καιρούς, πιστέψει ότι η απάντηση ήταν η έλλειψη πληροφόρησης, η λάθος τεχνική ή η έλλειψη ευαισθησίας. Σίγουρα, η διαίσθηση ότι υπάρχει αλληλεξάρτηση όλων των μορφών ζωής είναι μια αρχαία γνώση, ίσως τόσο παλιά όσο και η ίδια η σκέψη – που περιστασιακά την ανακαλύπτουμε από την αρχή, ως είχε, με την επιστήμη της οικολογίας στη δική μας κοινωνία. Στα μέσα του εικοστού αιώνα, υπήρχε μια ευρέως διαδεδομένη αίσθηση ότι χρειαζόμαστε μόνο να συνδυάσουμε τους επιχειρηματίες, τους οδηγούς ταξί, τους κατασκευαστές και τους πολιτικούς μαζί με το κατάλληλο μίγμα ωκεανογράφων, γεωλόγων ή δασολόγων για να ρυθμίσουμε τα πράγματα όπως πρέπει.

Με τον καιρό και με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να εστιάζουν σε τέτοια θέματα και με μια στρατιά από ειδικούς που συνθέτουν ή εκλαϊκεύουν, γκουρού της οικοφιλοσοφίας και άλλους πρωταθλητές της οικολογίας, και παρά την ύπαρξη ορισμένων νέων νόμων και ενδείξεων ότι η περιβαλλοντολογία παίρνει τη θέση της με αργούς ρυθμούς στην πολιτική ατζέντα, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Είτε εγώ και οι άλλοι «απαισιόδοξοι» και «καταστροφολόγοι» ήμασταν λάθος ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη τα άλλα είδη και πως ο πλανήτης παύει σιγά-σιγά να υποστηρίζει την ύπαρξη ζωής ή το είδος μας τείνει προς την αυτοκτονία ή κάτι άλλο υπάρχει που το παραβλέπουμε.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι απλώς και μόνο η απληστία. Ίσως όλος ο κόσμος ακριβώς να ενεργεί με τον ίδιο αυθορμητισμό που έφερε μια συνάντηση κτηνοτρόφων το 1898 στο δυτικό Τέξας να τελειώνει με την ακόλουθη ομόφωνη δήλωση:

«Είμαστε αποφασισμένοι, ότι κανείς από εμάς δεν γνωρίζει κάτι ή προσπαθεί να μάθει, σχετικά με τα χορτάρια, ντόπιας ποικιλίας ή μη, εκτός από το γεγονός ότι προς το παρόν υπάρχουν πολλά από αυτά, τα καλύτερα που έχουν καταγραφεί και επιδιώκουμε να αντλήσουμε τα μέγιστα ωφέλη από αυτά για όσο διαρκέσουν»[1].

Αλλά είναι δύσκολο να είμαστε ικανοποιημένοι με τη θεωρία ότι οι άνθρωποι είναι κακοί και θα κάνουν πάντα το χειρότερο. Λαμβάνοντας υπ’ όψη τη σημερινή τάση που επικρατεί στην εκπαίδευση, το να γνωρίζει κάποιος κάτι σχετικά με τα χορτάρια μπορεί να είναι η οπτική της απληστίας αν αυτό σημαίνει το δρόμο για τη συνέχιση της ευημερίας.

Το ψήφισμα των κτηνοτρόφων θα μπορούσε να ήταν απάντηση στην νεότευκτη ιδέα της διαχείρισης των εκτάσεων γης. Η διατήρηση κατά την άποψη της γενιάς του Θίοντορ Ρούσβελτ ήταν σε μεγάλο βαθμό θέμα τού να βρεθούν οι σωστές τεχνικές και προγράμματα. Την εποχή του Άλντο Λίοπολντ, μισό αιώνα αργότερα, η προοπτική είχε αρχίσει να αλλάζει. Η υποβάθμιση του φυσικού πλούτου φαίνεται να οφείλεται τόσο σε γενικές πεποιθήσεις όσο και σε συγκεκριμένες πολιτικές. Φυσιοδίφες να μιλάνε με αγρονόμους ήταν μόνο το προσκήνιο σε έναν κόσμο όπου οι συμπεριφορές, οι αξίες, οι φιλοσοφίες, και οι τέχνες, το σύνολο της κοσμοθεωρίας των λαών και των εθνών θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα αχανές σύστημα μέσα στο οποίο η φύση είτε βιαζόταν είτε εκθειαζόταν. Σήμερα, όμως, φαίνεται ότι αυτή η τελευταία αντίληψη του εκθειασμού της φύσης που μάγευε την φαντασία έχει ξεθωριάσει. Η τεχνολογία υπόσχεται ακόμα μεγαλύτερη επιβολή πάνω στη φύση, και ο εγγενής συντηρητισμός της οικολογίας φαίνεται μόνο να περιορίζει την παραγωγικότητα, όσο ένα μεγάλο μέρος του κόσμου γίνεται ολοένα φτωχότερο και πιο πεινασμένο. Η συνειδητοποίηση ότι οι θεσμοί των ανθρώπων εκφράζουν τουλάχιστον μια σιωπηρή φιλοσοφία υπέρ της φύσης δεν τους οδηγεί πάντα να διευρύνουν τις θεωρίες τους· το ίδιο συχνά αποτελούν το υποστηρικτικό πλαίσιο για μια πιο άκαμπτη υπεράσπιση αυτών των θεωριών.

Εν μέσω αυτών των νέων ανησυχιών και επανακαθορισμού του status quo, η απόσταση μεταξύ της Γης και της συγκεκριμένης φιλοσοφίας υπέρ της φύσης φαίνεται τόσο μεγάλη όσο ποτέ. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι η μαζική καταστροφή των μεγάλων παρθένων δασών του Παλαιού Κόσμου από την Ισπανία και την Ιταλία ως την Σκανδιναβία, χίλια χρόνια πριν, επαναλήφθηκε στη Βόρεια Αμερική τον περασμένο αιώνα και σήμερα συνεχίζεται στην λεκάνη του Αμαζονίου, τη Μαλαισία και τα σύνορα των Ιμαλαΐων. Ένα μεγάλο μέρος του εδάφους στο εσωτερικό της Κίνας και τα υψίπεδα του Γάγγη, του Ευφράτη και του Μισισιπή έχουν βυθιστεί στο δέλτα τους, ενώ ο παγκόσμιος πληθυσμός της ανθρωπότητας και οι ενεργειακές απαιτήσεις του έχουν διπλασιαστεί αρκετές φορές. Εκατοντάδες είναι και τα διαφορετικά είδη ζώων που έχουμε εξοντώσει. Κάτι πονηρό φαίνεται να μπλοκάρει την βούληση για διόρθωση της πορείας αυτής, που δεν είναι απλώς η απληστία των ιδιωτών ή η πολιτική αδράνεια. Θα μπορούσε να είναι μια ακατάλληλη φιλοσοφία ή σύστημα αξιών. Η ιδέα ότι η καταστροφή των φαλαινών είναι το λογικό αποτέλεσμα της ρήσης του Φράνσις Μπέηκον, ότι «η φύση θα πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο» ή η επιμονή του Ρενέ Ντεκάρτ, ότι τα ζώα δεν αισθάνονται πόνο, δεδομένου ότι δεν έχουν ψυχή, φαίνεται πολύ εύκολη και πολύ ακαδημαϊκή. Η σχολαστική ανάλυση αυτών των φιλοσοφιών και η επινόηση ότι αρθρώνουν ένα ήθος, είναι φαύλος κύκλος. Ομοίως, η τεχνολογία δεν εφαρμόζει απλώς την επιστημονική θεωρία ή η καθημερινή ζωή δεν γεννά απλώς ιδέες περί προόδου, βιβλικού δόγματος ή ανθρωπισμού της Αναγέννησης. Η ιστορία των ιδεών δεν είναι αρκετή για να εξηγήσει την ανθρώπινη συμπεριφορά.

Κάποτε, το είδος μας ζούσε σε σταθερή αρμονία με το φυσικό περιβάλλον (και σε ορισμένες μικρές ομάδες το κάνει ακόμα). Αυτό δεν συνέβαινε επειδή οι άνθρωποι δεν ήταν σε θέση να αλλάζουν το περιβάλλον τους ή δεν είχαν δαιμόνιο. Ούτε, απλά, λόγω μιας ολιστικής ή ευσεβούς αντίληψης. Μάλλον, υπήρχε κάποια πιο συνολική και βαθύτερη αιτία. Η αλλαγή σε μια πιο εχθρική στάση προς τη φύση ξεκίνησε μεταξύ πέντε και δέκα χιλιάδες χρόνια πριν και έγινε πιο καταστροφική και με λιγότερες καταδίκες των υπευθύνων, με την πρόοδο του πολιτισμού. Οι οικονομικές και υλικές ανάγκες των χωριών και των πόλεων που αναπτύσσονται συνεχώς δεν είναι, πιστεύω, αιτίες, αλλά αποτελέσματα αυτής της αλλαγής. Σε συνάρτηση με την προώθηση της γνώσης και της ανθρώπινης οργάνωσης στρέβλωσαν τους αρχαίους κοινωνικούς μηχανισμούς που είχαν περιορίσει τις γεννήσεις. Προώθησε μια νέα αίσθηση της ανθρώπινης επιβολής και την εκρίζωση της μη ανθρώπινης ζωής. Εκ των υστέρων, αυτή η αλλαγή θα εξηγηθεί με όρους αναγκαιότητας ή σαν αποτέλεσμα της παρακμής των αρχαίων θεών. Αλλά το πιο πιθανό είναι πως ήταν παράλογη (αν και όχι χωρίς λογική) και ακούσια, ένα είδος αποτυχίας σε κάποια θεμελιώδη διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης, ένας παραλογισμός πέρα από λάθη, ένα είδος παράνοιας.

Η ιδέα της άρρωστης κοινωνίας δεν είναι κάτι νέο. Ο Μπέρναρντ Φρανκ, ο Καρλ Μέννιγκερ και ο Έριχ Φρομ είναι μεταξύ εκείνων που την έχουν αναλύσει. Ο Σίγκμουντ Φρόυντ ρωτά, «Αν η ανάπτυξη του πολιτισμού έχει τόσο εκτεταμένη ομοιότητα με την ανάπτυξη του ατόμου και αν χρησιμοποιεί τις ίδιες μεθόδους, ίσως και να δικαιολογούμαστε για το ότι καταλήγουμε στην διάγνωση πως, υπό την επίδραση των πολιτιστικών ορμών, κάποιοι πολιτισμοί ή κάποιες περίοδοι του πολιτισμού –ενδεχομένως και ολόκληρης της ανθρωπότητας– έχουν γίνει νευρωτικές». Ο αυστραλός ανθρωπολόγος Ντέρεκ Φρήμαν παρατηρεί ότι το δόγμα του πολιτιστικού σχετικισμού, που έχει κυριαρχήσει στην σύγχρονη σκέψη, μπορεί να μας έχει τυφλώσει ως προς την αποκλίνουσα συμπεριφορά ολόκληρων κοινωνιών με το να αρνούμαστε κανονιστικά πρότυπα για την ψυχική υγεία. Στο βιβλίο του Το Κάστρο του Κυανοπώγωνα, ο Τζωρτζ Στάινερ ρωτά γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν σκοτώσει άλλους ανθρώπους τους δύο τελευταίους αιώνες (η εκτίμηση είναι γύρω στους 160 εκατομμύρια νεκροί). Σημειώνει ότι, για κάποιο λόγο, οι περίοδοι της ειρήνης στην Ευρώπη έγιναν αισθητές ως πνιγηρές. Η ειρήνη ήταν μια κόπωση, λέει, που περιοδικά διακόπτονταν από τον πόλεμο και οι πιέσεις που δημιουργούνταν κατά την διάρκειά της λίγο είχαν να κάνουν με τα παιχνίδια της εθνικής εξουσίας ή τις αντικρουόμενες ιδεολογίες. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μία από αυτές τις πιέσεις βρήκε την έκφρασή της στο Ολοκαύτωμα, υποκινούμενη από την ασυναίσθητη δυσαρέσκεια για την απαράδεκτη συναισθηματική και πνευματική επιβάρυνση εξ αιτίας τού μονοθεϊσμού. Ενεργώντας ως φρενήρεις παράγοντες για ένα είδος μανίας σε όλη την χριστιανοσύνη, οι Γερμανοί προσπάθησαν να καταστρέψουν τους εκπροσώπους εκείνων που, αιώνες πριν, είχαν τραυματίσει την μυθική εικόνα της δημιουργίας, απογυμνώνοντας τη Γη από την θεία ύπαρξη και τις υπερφυσικές παρουσίες και υποκαθιστώντας τες με ένα απόμακρο, αόρατο, άγνωστο, απαιτητικό, εκδικητικό, αυθαίρετο θεό.

Ο Στάινερ προσεγγίζει αυτές τις κρίσεις για εξόντωση από την άποψη της συλλογικής αποσύνθεσης της προσωπικότητας. Το πλαίσιο του έχει κάτι να προσφέρει στο ζήτημα της καταστροφής της φύσης. Αυτό που υποδεικνύεται από την βάρβαρη κατάκτηση όλων των οικοτόπων στη γη, η φυσική και χημική υπερχρήση του εδάφους, του αέρα, και του νερού, η εξαφάνιση και ο εκτοπισμός των άγριων φυτών και ζώων, η αποψίλωση και η υπερβόσκηση των δασών και των βοσκοτόπων, η εκτόξευση των γεννήσεων (ανθρώπων) σε βάρος της βιοτικής υγείας της Γης, μετατρέπει τα πάντα σε ανθρώπινη κατασκευή και για ανθρώπινη χρήση.

Το να επικαλείται κάποιος την ψυχοπαθολογία σημαίνει να κάνει διορθώσεις κατά την περίοδο της βρεφικής ηλικίας, καθώς τα περισσότερα προβλήματα ψυχικής υγείας έχουν τις ρίζες τους στα πρώτα χρόνια της ζωής μας και τα συμπτώματά τους ορίζονται σε σχέση με την ανωριμότητα. Οι ψυχικά ασθενείς έχουν συνήθως παιδικά κίνητρα και ενεργούν με αντιλήψεις και διανοητική κατάσταση που αντιγράφουν σαν καρικατούρες τα πρώτα χρόνια της ζωής. Μεταξύ των συμπτωμάτων τους είναι καταστροφικές συμπεριφορές, μέσω των οποίων τα άτομα συμβιβάζονται με προσωπικούς δαίμονες που διαφορετικά θα τους είχαν κυριεύσει. Το να διαφωνήσει κανείς με τη λογική με την οποία οι άνθρωποι υπερασπίζονται τη συμπεριφορά τους είναι σαν να απειλεί τις ίδιες τις αμυντικές ενέργειες που στέκονται ανάμεσα σ’ αυτούς και σ’ ένα τρομακτικό χάσμα.

Οι περισσότεροι από εμάς αποτυγχάνουμε να γίνουμε τόσο ώριμοι όσο θα μπορούσαμε. Από την άποψη αυτή απλές στερήσεις μπορούν να μετατραπούν σε τραυματικά σοκ, πολλά από τα οποία ενεργούν πάνω στους φόβους και τις φαντασιώσεις του είδους που συνήθως στοιχειώνει ανήσυχα βρέφη και στη συνέχεια φθίνουν. Τέτοιες πρωτογενείς φαντασιώσεις και παρορμήσεις είναι η ουσία του ασυνείδητου όλων μας. Συνήθως παραμένουν κρυφές ή η ενέργεια τους μεταλλάσσεται, περιορίζεται, εξιδανικεύεται ή υποκύπτει στην πραγματικότητα. Δεν είναι όλες τρομακτικές: εκτός από τις σκιές που μας ταλαιπωρούν σε επίπεδο της αβύσσου της ψυχής με διαταραχές και φόβο, υπάρχουν χίμαιρες εξουσίας και αδιαιρετότητας καθώς και ερωτικής ικανοποίησης. Όλες στέλνουν εικόνες και σύμβολα στα όνειρα και στην ταραγμένη ψυχή, στη συνείδηση. Δεν είναι σαφές εάν όλα παίζουν κάποιο εποικοδομητικό ρόλο στην μακρά διαδρομή προς την ωριμότητα του μυαλού ή αν απλώς τρεμοπαίζουν σαν αερικά παραμονεύοντας, περιμένοντας το μυαλό μας να κάνει λάθος κάπου σε αυτή την διαδρομή. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, ο συσχετισμός μεταξύ των προβλημάτων ψυχικής υγείας και της επιστροφής σε προηγούμενα στάδια της ψυχικής ζωής έχει επιβεβαιωθεί χιλιάδες φορές.

Η πορεία της ανάπτυξης του ανθρώπου είναι εκπληκτικά μακρά και πολύπλοκη. Το σύνολο της ανάπτυξης από τα πρώτα είκοσι έτη (συμπεριλαμβανομένης της φυσικής) είναι η οντογένεση μας, η «διαμόρφωση μας σε ον». Η εμβρυϊκή ζωή από τη μια και οι ενήλικες φάσεις από την άλλη είναι δύο όψεις της οντογένεσης που συγκλίνουν, και που μας εκπλήσσει όσο τίποτα στην ανθρώπινη βιολογία . Όποιος νομίζει ότι το ανθρώπινο ον δεν είναι ένα ειδικό ζώο θα πρέπει να διαβάσει τους τριάντα τόμους της Ψυχαναλυτικής μελέτης του παιδιού ή τα θέματα της Περιοδικής έκδοσης για την ανάπτυξη του παιδιού. Στο βασίλειο της φύσης, η οντογένεση του ανθρώπου είναι ο κανονικός λαιμός της καμηλοπάρδαλης που εκτείνεται σε μεγάλο ύψος, ευάλωτος, με εσωτερική μηχανική και με την προοπτική μιας καταπληκτικής θέας από την κορυφή. Μεταξύ αυτών των φυλών που εναπόμειναν, που φαίνεται να ζουν σε αρμονία με τον κόσμο τους, που αισθάνονται ότι είναι επισκέπτες και όχι εξουσιαστές, η οντογένεση του ατόμου έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Υποθέτω ότι η οντογένεση τους είναι πιο υγιής από τη δική μας (άποψη για την οποία θα θεωρηθώ συναισθηματικός και ρομαντικός) και ότι μπορεί να θεωρηθεί ως πρότυπο από το οποίο έχουμε παρεκκλίνει. Ο τρόπος ζωής τους είναι εκείνος σύμφωνα με τον οποίον η οντογένεση μας έχει προσαρμοστεί με βάση την φυσική επιλογή, ευνοώντας την συνεργασία, την ικανότητα να εμφυσείς την έμπνευση, τα στάδια της ψυχικής ανάπτυξης, καθώς και τη μελέτη ενός μυστηριώδους και όμορφου κόσμου, όπου τα κλειδιά για το νόημα της ζωής ενσωματώθηκαν στα φυσικά πράγματα, όπου η καθημερινή ζωή ήταν αναπόσπαστη από την πνευματικότητα και όπου τα μέλη της ομάδας γιόρταζαν τα επί μέρους στάδια και περάσματα ως τελετουργική συμμετοχή στην πρώτη δημιουργία.

Αυτός ο σπόρος της κανονικής οντογένεσης είναι παρών σε όλους μας. Προκαλεί αόριστες προσδοκίες ότι οι γονείς και η κοινωνία θα ανταποκριθούν στην δίψα μας. Το νεογέννητο βρέφος, για παράδειγμα, χρειάζεται σχεδόν συνεχή σύνδεση με μια συγκεκριμένη μητέρα που του τραγουδά και του μιλά, το ταΐζει με το στήθος, το κρατά και το χαϊδεύει, το αγαπά και το χαίρεται. Για το βρέφος ως άτομο – που πρόκειται να ενηλικιωθεί, η σχηματοποίηση όλων των ετεροτήτων εξελίσσεται εκτός της μητρικής σχέσης. Ωστόσο, το πλαίσιο της σχέσης αυτής ήταν, στην εξέλιξη της ανθρωπότητας, ένα περιβάλλον από ζωντανά φυτά, πλούσια σε υφή, οσμή και κίνηση. Ο αφιλτράριστος, καθαρός αέρας, το φτερούγισμα των αγρίων πτηνών, ο πραγματικός ήλιος και η βροχή, η λάσπη που γεύονταν και ο φλοιός των δέντρων στον οποίο γαντζώνονταν, οι ήχοι του αέρα και του νερού, οι φωνές των ζώων, των εντόμων και των ανθρώπων, όλα αυτά δεν είναι αόριστα και ευχάριστα πρόσθετα για το βρέφος, αλλά το υλικό από το οποίο εκπορεύεται το ξεκίνημα του δεύτερου σταδίου της ανάπτυξης του, ενώ ακόμα βρίσκεται στην αγκαλιά της μητέρας του. Η ύπαιθρος είναι, επίσης, κατά μια έννοια μία άλλη μήτρα, ένα είδος επανάληψης του εμβρυακού τοπίου (η οποία δεν είναι τόσο σταθερή όπως θεωρείτο κάποτε). Το περιβάλλον είναι επίσης αυτό που θα καταποθεί, θα εσωτερικευθεί, θα ενσωματωθεί στο είναι.

Paul Shepard

Μετάφραση Κ.

[1] Χέρβευ Κίκλυ, Οι μάσκες της λογικής (St. Louis. Mosby, 1976).

Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 125, Μάρτιος 1013

ΠΗΓΗ

Κοινοποίηση άρθρου: