https://ikariologos.gr/oroi-xrisis/
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αδύναμος κρίκος του ιμπεριαλισμού

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αδύναμος κρίκος του ιμπεριαλισμού

Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών με την ευκαιρία της έκδοσης του συλλογικού βιβλίου «Ευρωπαϊκή Ένωση, Δημιουργία, Εξέλιξη, Προοπτικές» υπό την επιμέλεια του γνωστού υποστηρικτή και απολογητή της λεγόμενης Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης καθηγητή Ναπολέοντα Μαραβέγια, διοργάνωσε εκδήλωση υπό το γενικό τίτλο «Το μέλλον της Ευρώπης».

Στην εκδήλωση αυτή είχαν προσκαλεστεί να μιλήσουν διάφορες προσωπικότητες μεταξύ των οποίων και ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος είχε διατελέσει και ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας. Επομένως πρόκειται για ένα άνθρωπο που γνωρίζει τις εξελίξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης «από τα μέσα», αλλά και από τη θέση που κατέχει σήμερα στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.

Η «Νέα Σπορά» έχει χαρακτηρίσει, εδώ και πολύ καιρό, την Ευρωπαϊκή Ένωση ως «τον αδύνατο κρίκο του ιμπεριαλισμού». Έχει αρθρογραφήσει και έχει προσπαθήσει να απομυθοποιήσει όλη αυτήν τη φαντασμαγορική εικόνα ευτυχίας, που προσπαθούν να καλλιεργήσουν ορισμένοι κύκλοι τόσο στις άλλες χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στη χώρα μας, μιας ευτυχίας που πρέπει να αισθανόμαστε ως λαός και εργαζόμενοι μόνο και μόνο επειδή είμαστε μέλη της μεγάλης Ευρωπαϊκής οικογένειας!

Οι καταστάσεις, βέβαια, αλλάζουν και σαφώς προς το χειρότερο για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τώρα ακραιφνείς υποστηρικτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρουσιάζονται πολύ προβληματισμένοι για το μέλλον της. Και έτσι από μια εικόνα ευφορίας που προσλαμβάναμε τις προηγούμενες περιόδους, σήμερα που τα πράγματα έχουν αντιστραφεί και γίνονται κατανοητά «δια γυμνού οφθαλμού», προσλαμβάνουμε μια εικόνα έντονης ανησυχίας και προβληματισμού. Θα προσθέταμε από την πλευρά μας και διαλυτικών στοιχείων για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαλυτικών στοιχείων που κάναμε αναφορά σ’ αυτά σε ανύποπτο χρόνο.

Δεν έχουμε ακόμη προμηθευτεί το συγκεκριμένο συλλογικό βιβλίο για να γνωρίζουμε ακριβώς το περιεχόμενό του, που είναι και μια απόδειξη του πως η αστική τάξη έχει επιστρατεύσει την αστική διανόηση για να εξυπηρετεί τους στρατηγικούς της στόχους και την ιδεολογία της, που είναι παράλληλα και μια απόδειξη της υποκρισίας της περί «ακομμάτιστου και ακαδημαϊκού πανεπιστημίου», αλλά έχουμε την «τύχη» να γνωρίζουμε την ομιλία του αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κωστή Χατζηδάκη.

Από αυτήν την ομιλία θα αναδημοσιεύσουμε ολόκληρο το πρώτο μέρος, που αφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημειώνουμε ότι οι υπογραμμίσεις είναι της «Νέας Σποράς», αντίθετα οι τονισμένες (bold) λέξεις και φράσεις ανήκουν στον ομιλητή:

«Το πρώτο μου συναίσθημα ανοίγοντας αυτό το βιβλίο είναι… νοσταλγία. Νοσταλγία για τα χρόνια που ήμουν ευρωβουλευτής – σε αρκετά μικρότερη ηλικία, πρέπει να ομολογήσω. Και νοσταλγία για τα χρόνια που συμμετείχα ενεργά σε συζητήσεις, επιτροπές και ψηφοφορίες για την οικοδόμηση της Ευρώπης του μέλλοντός μας, μιας Ευρώπης ευημερίας και ασφάλειας για όλους τους πολίτες της. Μιας Ευρώπης με πολύ περισσότερη αισιοδοξία και θετική ενέργεια απ’ ό, τι σήμερα. Διότι, κακά τα ψέματα, η ΕΕ περνά σήμερα πολύ μεγάλη δοκιμασία – μια δοκιμασία, ας μην κρυβόμαστε, υπαρξιακών διαστάσεων.

Θα ήθελα αρχικά να συγχαρώ τον Ναπολέοντα Μαραβέγια για την επιμέλεια ενός περιεκτικού και επίκαιρου συλλογικού τόμου. Συγχαρητήρια αξίζουν, φυσικά και στους πολλούς και αξιόλογους μελετητές που συνεισέφεραν στο έργο αυτό.
Το πρώτο πράγμα που διακρίνει κανείς είναι πως όσοι άνθρωποι ασχολήθηκαν με το πόνημα είναι άνθρωποι που πιστεύουν στην ευρωπαϊκή ιδέα και, ενώ δεν διστάζουν να την εξετάσουν με κριτική διάθεση, το κάνουν πάντα με πνεύμα εποικοδομητικό.
Το βιβλίο αυτό προσφέρει μια λεπτομερή εξιστόρηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης – από τη σύλληψη της ευρωπαϊκής ιδέας στα ερείπια που άφησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος μέχρι σήμερα. Προσφέρει επίσης μια διεισδυτική ματιά στη θεσμική συγκρότηση της ΕΕ και τα οικονομικά της, τη σταδιακή εξέλιξη του κοινοτικού κεκτημένου, όπως και τη θεσμοθέτηση σημαντικών κοινών πολιτικών στην ΕΕ ως ακρογωνιαίων λίθων και, προφανώς, τη νομισματική ένωση.
Είναι ένα βιβλίο απαραίτητο, αν μην τι άλλο, για τον εξής λόγο: για να θυμηθούμε γιατί και πώς κτίστηκε το οικοδόμημα της ενωμένης Ευρώπης.
Γιατί τείνουμε να τα ξεχνάμε αυτό. Θεωρούμε δεδομένη την ενωμένη Ευρώπη και τείνουμε να παραβλέπουμε το γεγονός ότι, εκτός από τα προνόμια και τις διευκολύνσεις που μας εξασφαλίζει η ΕΕ, συνεπάγεται και υποχρεώσεις και συνεχείς προσπάθειες. Τείνουμε, επίσης, να παραβλέπουμε τα επιτεύγματα της ενωμένης Ευρώπης και το γεγονός ότι τα αγαθά κόποις κτώνται.
Όπως σωστά επισημαίνει ο κ. Μαραβέγιας στο εισαγωγικό σημείωμα, “δεν είναι καθόλου αμελητέα τα επιτεύγματά της: η αποτροπή ευρωπαϊκού πολέμου, η βελτίωση του επιπέδου ζωής του πληθυσμού, το κράτος πρόνοιας – παρά τους περιορισμούς – και η ελευθερία μετακίνησης των πληθυσμών στις χώρες της Ένωσης είναι μεταξύ των πιο σημαντικών ευρωπαϊκών κατακτήσεων”.
Έχει φτάσει, τα τελευταία χρόνια, σε τέτοιο βαθμό η δογματική απαξίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που τείνουν να διαγραφούν όλα αυτά τα τεράστια επιτεύγματα! Και ελπίζω να μη θυμηθούμε όλοι μαζί τη σημασία όλων αυτών των επιτευγμάτων αν τυχόν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα αποσυντεθεί.
Όσο δογματικό, είναι, όμως, να πούμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει προσφέρει τίποτα, άλλο τόσο δογματικό είναι να πούμε ότι τα έχει κάνει όλα ιδανικά.
Σίγουρα έχουν γίνει σημαντικά λάθη. Η ΕΕ δεν μπόρεσε να αντιδράσει αποτελεσματικά σε μια σειρά από προκλήσεις που κινδυνεύουν να την καταστήσουν τον ασθενή κρίκο της παγκόσμιας οικονομίας:
Η παγκοσμιοποίηση αναδεικνύει ακόμη περισσότερο την ανάγκη της ανταγωνιστικότητας και η Ευρώπη δεν έχει πάντα τις καλύτερες επιδόσεις στον συγκεκριμένο τομέα. Έτσι, οι επενδύσεις στρέφονται προς την Αμερική και την Ασία, ενώ στην Ευρώπη περιορίζονται. Οι δε ευρωπαϊκές βιομηχανίες μετακινούνται προς τρίτες χώρες.
Η Ευρώπη είναι μια ήπειρος που γηράσκει. Η υπογεννητικότητα επιτείνει το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού και δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις στο ασφαλιστικό σύστημα.
Και η μετανάστευση αποτελεί για μια σειρά από γεωγραφικούς και πολιτικούς λόγους πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα για τη ΕΕ από ότι πχ για τις ΗΠΑ ή την Αυστραλία. Ακόμα και η ίδια η γεωγραφική θέση της Ευρώπης δουλεύει εις βάρος της στο συγκεκριμένο θέμα!
Όλα αυτά απαιτούν γρήγορες και ουσιαστικές αποφάσεις στο επίπεδο της ΕΕ. Η μερική και καθυστερημένη αντιμετώπιση των ζητημάτων δεν αρκεί. Είναι η ώρα των μεγάλων πολιτικών αποφάσεων και των μεγάλων πολιτικών επιλογών για την Ευρώπη. Η Ευρώπη θα πρέπει να αποφασίσει: ή θα ενοποιηθεί πιο ουσιαστικά ή θα αποδομηθεί και θα μείνει πίσω στις παγκόσμιες εξελίξεις.
Ο αντίπαλος στην προσπάθεια για περισσότερη ενοποίηση είναι ο λαϊκισμός με τη μορφή του ευρωσκεπτικισμού. Είναι μάλιστα ένας ευρωσκεπτικισμός διφυής και δισυπόστατος. Στον Νότο της Ευρώπης, πχ, εκδηλώνεται τα τελευταία χρόνια με την ενοχοποίηση όλων των χωρών του Βορρά που επιδιώκουν εντονότερη δημοσιονομική προσαρμογή για τις ασθενέστερες χώρες. Και στον Βορρά με την ενοχοποίηση των πληθυσμών του Νότου που θεωρούνται συλλήβδην τεμπέληδες και απροσάρμοστοι στο ευρωπαϊκό μοντέλο.
Αυτά είναι δυστυχώς τα στερεότυπα που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια, μεταξύ των λαϊκιστών σε όλη την Ευρώπη. Ο μόνος τους κοινός παρονομαστής είναι η καχυποψία και το μίσος απέναντι στην ενωμένη Ευρώπη. Αλλά οι αφετηρίες τους είναι διαφορετικές, και γι’ αυτό αν τους βάλει κανείς γύρω από το ίδιο τραπέζι θα προκύψει χάος.
Βλέπουμε τα τελευταία χρόνια ότι τα στερεότυπα στα οποία αναφέρθηκα συνδυάζονται με τις αρνητικές οικονομικές συνθήκες και τα αντανακλαστικά που προκαλεί στις κοινωνίες το μεταναστευτικό, οι ακραίες φωνές βρίσκουν όλο και μεγαλύτερη απήχηση. Το είδαμε, μεταξύ άλλων, με το Brexit και την άνοδο της Λεπέν, με τα ψηλά ποσοστά της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), με τον Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία, τους Αληθινούς Φινλανδούς στη Φινλανδία, τον Βίλντερς στην Ολλανδία, αλλά, φυσικά, και με τις πολλές φωνές του λαϊκισμού στην Ελλάδα.
Αυτό το σκηνικό είναι που καθιστά το έργο της ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας εξαιρετικά δυσχερές. Διότι σε μια Ένωση 28 κρατών – μελών με ένα σύνθετο οικονομικό και κοινωνικό σκηνικό, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες καλούνται να πάρουν γρήγορες αποφάσεις ενώ ο ευρωσκεπτικισμός έχει φουντώσει, και μάλιστα με διαφορετική αφετηρία και διαφορετικό στόχο και σε κάθε χώρα.
Ωστόσο, οι κρίσεις είναι που αναδεικνύουν τους ηγέτες. Και η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση δεν μπορεί να γίνει μέσω δημοσκοπήσεων. Οι ηγεσίες είναι για να προηγούνται και να διαμορφώνουν τις εξελίξεις. Οι συνθήκες είναι εξαιρετικά αντίξοες, αλλά και οι αποφάσεις για θέματα όπως το μεταναστευτικό ή η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας εξίσου επιτακτικές. Επιβεβλημένη επίσης είναι και η ολοκλήρωση της προσπάθειας για την οριστική αντιμετώπιση της κρίσης στην ευρωζώνη.
Δεν πρόκειται να λύσουμε τα θέματα αυτά αν δεν συμβούν δύο πράγματα: Το πρώτο είναι να στηριχθούμε σε ορισμένες αρχές που καθεμιά έχει τη δική της σημασία.
Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για να προχωρήσει μπροστά η Ευρώπη και είναι τεράστιο λάθος να υποτιμάται η βαρύτητά της σε χώρες με οικονομικά προβλήματα.
Η αλληλεγγύη, επίσης, μεταξύ των χωρών είναι κομβικής σημασίας για το μέλλον και είναι αυταπάτη εκ μέρους των ισχυρότερων χωρών η αντίληψη ότι οι ασθενέστερες χώρες έχουν συμβιβαστεί με έναν ρόλο β’ κατηγορίας για τους λαούς τους.
Ο ανθρωπισμός πρέπει να είναι αναμφισβήτητα κατευθυντήριος άξονας στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος. Αλλά, την ίδια στιγμή, είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν πολιτικές που θα προωθούν την υγιή ενσωμάτωση, χωρίς, όμως, να αδιαφορούν για το αίσθημα ασφάλειας και τη δημόσια τάξη.
Ό, τι μπατάρει προς τη μία πλευρά δεν μπορεί να δουλέψει μεσομακροπρόθεσμα, κι ας το πάρουμε όλοι απόφαση, βόρειοι και νότιοι, φτωχότεροι και πλουσιότεροι.

Την ίδια στιγμή πρέπει η ηγεσία της Ευρώπης να δουλέψει στο επίπεδο της παιδείας και της συνείδησης. Αν πράγματι, λοιπόν, οι Ευρωπαίοι ηγέτες πιστεύουν στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση, τότε δεν πρέπει να αντιμετωπίζουν την Ευρώπη σαν την κρεμάστρα που κρεμάνε τις ευθύνες τους, ούτε να αδιαφορούν για το ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα, αλλά και αρκετά μέσα ενημέρωσης, συνεχίζουν να καλλιεργούν τα αρνητικά στερεότυπα που μας διχάζουν και τροφοδοτούν τελικά την πολιτική των άκρων και του λαϊκισμού.
Είναι η ώρα ευθύνης για τους λαούς και θάρρους για τις ηγεσίες. Θάρρους και διορατικότητας σε μια Ευρώπη που αλλάζει, σε έναν κόσμο που αλλάζει.
Τι μπορούμε να κρατήσουμε από αυτό το μέρος της ομιλίας του Κωστή Χατζηδάκη, ενός ανθρώπου υπεράνω κάθε υποψίας για το τι ταξικά συμφέροντα εξυπηρετεί;

Αναγνωρίζει ευθέως ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση περνάει μια δοκιμασία «υπαρξιακών διαστάσεων», γεγονός που είναι πλέον αναγνωρίσιμο απ’ όλους και εκφράζεται και στις δημοσκοπήσεις, στις οποίες καταγράφεται η μεγάλη δυσαρέσκεια των λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αναγνωρίζει, επίσης, την απαξίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έστω και εάν την αποδίδει σε μια δογματική προσπάθεια, υποτίθεται του «λαϊκισμού», γιατί αποφεύγει να ομολογήσει ειλικρινά και τίμια ότι οφείλεται στην πολιτική που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που το υπαινίσσεται, όταν κάνει αναφορά στις χώρες του Νότου και του Βορρά, που οι μέν έχουν στραφεί ενάντια στις δε.
Αναγνωρίζει ανοιχτά και ξεκάθαρα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση κινδυνεύει να καταστεί ο ασθενής κρίκος της παγκόσμιας οικονομίας. Με δυο λόγια του ιμπεριαλισμού.
Αναγνωρίζει ότι εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πάρει γρήγορα αποφάσεις «θα αποδομηθεί».
Τέλος αναγνωρίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει «να δουλέψει στο επίπεδο της παιδείας και της συνείδησης». Ουσιαστικά με τη φράση αυτή αναγνωρίζει ότι τα περίφημα «Ευρωπαϊκά ιδεώδη» έχουν καταλήξει στο σκουπιδοτενεκέ, αν και προσπαθεί να συνδυάσει αυτήν την αμφισβήτηση μ’ έναν ευρωσκεπτισμό, που αφορά την αμφισβήτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την ακροδεξιά και τα φασιστικά κόμματα κυρίως.
Κατά τη γνώμη μας η τοποθέτηση αυτή του Κωστή Χατζηδάκη έρχεται να επιβεβαιώσει την κατάσταση που διέρχεται σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση και να τονίσει ότι δεν υπάρχουν εκείνοι οι παράγοντες που στα σίγουρα μπορούν να τη διασώσουν.

Το μόνο, επομένως, που μπορούμε να αναμένουμε είναι το βάθεμα της κρίσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δεν αφορά μόνο τους οικονομικούς της δείκτες, αλλά αφορά, παράλληλα, και την όξυνση των αντιθέσεων σ’ αυτήν σε κάθε επίπεδο, πολύ περισσότερο την πολιτική της κρίση.

ΠΗΓΗ

Κοινοποίηση άρθρου: