https://ikariologos.gr/oroi-xrisis/
«Κομμουνιστικοί Έρωτες» της Λουτσιάνα Καστελλίνα

«Κομμουνιστικοί Έρωτες» της Λουτσιάνα Καστελλίνα

Κύρια θέση έχει η Ελλάδα στο βιβλίο «Amori Comunisti» (Κομμουνιστικοί έρωτες) της Ιταλίδας δημοσιογράφου, συγγραφέα και πολιτικού Λουτσιάνα Καστελλίνα, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Ιταλία από τις εκδόδεις Nottetempo.

Η Καστελλίνα, ιστορική μορφή της ιταλικής Αριστεράς, παρουσιάζει τρεις έρωτες που συνδέονται και εμπνέονται από την πολιτική δράση στην Ελλάδα, την Τουρκία και στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Γράφτηκαν πολλά βιβλία για τις διαψεύσεις και τις τραγωδίες των κομμουνιστών. Εγώ αποφάσισα να ακολουθήσω έναν άλλο δρόμο και να διηγηθώ τους έρωτές τους» δήλωσε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η Λουτσιάνα Καστελλίνα.

Στους έρωτες αυτούς πρωταγωνιστούν ο Ναζίμ Χικμέτ και η Μουνβέρ Αντάκ, η Αργυρώ Πολυχρονάκη και ο Νίκος Κοκοβλής, η Σίλβια Μπέρμαν και ο Ρόμπερτ Τόμπσον. Όλοι τους κομμουνιστές, όλοι τους ταγμένοι στην υπηρεσία της ιδεολογίας τους αλλά και με εντονότατα προσωπικά συναισθήματα.

Η Αργυρώ και ο Νίκος ήταν μέλη του Δημοκρατικού Στρατού, στην Κρήτη. Συναντήθηκαν το 1948 στα βουνά της Κρήτης κι «ενώ η Ελλάδα κατασπαραζόταν από τον Εμφύλιο». Και όπως επισημαίνει η Καστελλίνα, στο βιβλίο που εξέδωσαν οι ίδιοι το 1963 δεν υπάρχει σχεδόν καμία αναφορά στην προσωπική τους σχέση. Προτίμησαν να δώσουν μια ουσιαστική ερμηνεία της πολιτικής τους στράτευσης.

Η συγγραφέας τούς γνώρισε το 2007 σε περιοχή κοντά στα Χανιά. Η γνωριμία εκείνη έδωσε την ευκαιρία να προστεθεί ένα ακόμη κεφάλαιο στην ιστορία τους. H Aργυρώ, μέλος της ΕΠΟΝ, αποφασίζει το 1947 να ακολουθήσει στα βουνά της Κρήτης τον αδελφό της. Η Λουτσιάνα Καστελλίνα μας υπενθυμίζει ότι «ο Εμφύλιος στην Κρήτη διαρκεί λίγο» λόγω της μεγάλης διαφοράς στον οπλισμό και στις δυνάμεις των δύο αντιμαχόμενων πλευρών, και πως «οι αντάρτες έψαξαν να βρουν καταφύγιο στο Φαράγγι της Σαμαριάς» όπου, περικυκλώνονται. Όσοι καταφέρνουν να σωθούν «περπατούν σύριζα στο γκρεμό, χωρίς νερό και χωρίς φαϊ».

Η Αργυρώ και ο Νίκος βρήκαν καταφύγιο σε μια σπηλιά, στην οποία έμπαιναν σέρνοντας την κοιλιά τους στο έδαφος. Όπως πολλοί άλλοι αντάρτες της Κρήτης τρώνε ρίζες και πίνουν νερό απ’ τις λάσπες. Το ζευγάρι, στη συνέχεια, αποφασίζει να μην δεχθεί την αμνηστία της κυβέρνησης Σοφούλη και καταφέρνει να φτάσει στο οροπέδιο του Ομαλού.

Για πρώτη φορά, ενώ έτρωγαν σε ένα τσίγκινο πιάτο που είχαν ξεπλύνει με το χιόνι «τα βλέμματά τους αποφάσισαν να διασταυρωθούν και οι καρδιές τους κατέγραψαν τη συγκίνηση», διαβάζουμε στο «Amori Comunisti». Για μεγάλα διαστήματα πότε ανταμώνουν και πότε χάνονται εξαιτίας των συνθηκών και των εντολών που λαμβάνουν. Αλλά κάθε φορά, πριν αποχαιρετηθούν… « ο φόβος ότι κάτι μπορεί να συμβεί σε εκείνη ή σε εκείνον κυριεύει την καρδιά τους».

Σύμφωνα με την Καστελλίνα «μοιάζει με τον έρωτα δύο εφήβων, που γεννιέται με ένα βλέμμα αλλά μένει κρυφός για πολύ καιρό, επειδή δεν βρίσκουν το θάρρος να το ομολογήσουν ούτε στον ίδιο τους τον εαυτό».

Το καλοκαίρι του 1950, η Αργυρώ διαβάζει τυχαία σε μια εφημερίδα στην οποία ήταν τυλιγμένο λίγο ψάρι, ότι ήδη από τον Οκτώβριο του 1949 είχε επισημοποιηθεί η «παύση» του Εμφυλίου. Και οι αντάρτες της Κρήτης (είχαν απομείνει λιγοστοί, κάποιες δεκάδες) αποφασίζουν να αλλάξουν τακτική. Όχι να παραδοθούν, αλλά να θέσουν ως στόχο τη δημιουργία επαφών με τον πληθυσμό και την ανασυγκρότηση των παράνομων οργανώσεων του νομού.

Επί δώδεκα χρόνια έζησαν παράνομοι και επικηρυγμένοι. Κρύβονται στο Ακρωτήρι, μια μικρή Χερσόνησο κοντά στα Χανιά, που συνδέεται με την υπόλοιπη περιοχή με μια μικρή, στενή λωρίδα γης. Μέσα σε σπηλιές πάνω από τη θάλασσα, κατάφεραν να τυπώσουν και εφημερίδα την οποία επιχειρούσαν να διακινούν σε συντρόφους τους στις πόλεις του νησιού. Παρόμοιες συνθήκες κι όταν κρύβονται στον Τρουλίτη, ένα χωριό κοντά στα Χανιά. Με την υποψία κινδύνου, η Αργυρώ και ο Νίκος κατεβαίνουν σε υπόνομο ο οποίος συνδέεται με ένα μικρό μυστικό δωματιάκι. Το 1953 καταφέρνουν να κάνουν και αφισοκόλληση στα Χανιά, για τα δέκα χρόνια από την ίδρυση της ΕΠΟΝ.

Μόνον στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 οι δύο αντάρτες, κατ’ εντολή και με παρέμβαση της ΕΔΑ, κατεβαίνουν μαζί με άλλους έξι συντρόφους τους στην Αθήνα. Από εκεί, ξεκινά ένα περιπετειώδες ταξίδι μέσω Ιταλίας (με τη βοήθεια του Κομμουνιστικού Κόμματος PCI), Αυστρίας, Ουγγαρίας και τελικό προορισμό την Σοβιετική Ένωση και την Τασκένδη.

Παρότι ο Νίκος καταφέρνει στο Ουζμπεκιστάν να τελειώσει τις σπουδές του στα οικονομικά, μετά από κάποια χρόνια έρχεται και η διάψευση σε ό,τι αφορά τις τακτικές και τη στάση της Μόσχας. Όμως ο Νίκος και η Αργυρώ ζουν επιτέλους ως πραγματικό ζευγάρι. Παντρεύονται στο δημαρχείο και στην εκκλησία, αποκτούν παιδί, έχουν δικό τους σπίτι.

Μετά την πτώση της Χούντας επέστρεψαν στην Ελλάδα, βρίσκοντας «λιγότερη εμπιστοσύνη και περισσότερο κυνισμό». Παρέμειναν βέβαιοι, ωστόσο, ότι η αρχική τους επιλογή ήταν και η μόνη δυνατή. Και ο «κομμουνιστικός τους έρωτας» άντεξε, σε πείσμα τόσων και τόσων ανατροπών και ασύλληπτων δυσκολιών. «Ο δικός μας, ήταν ένας ευτυχισμένος γάμος» έγραψε η Αργυρώ.

«Ήταν σίγουρα ένας σημαντικός έρωτας, αφού κατάφεραν να μείνουν ενωμένοι μετά από μια τέτοια απίστευτη περιπέτεια», συμπληρώνει η Λουτσιάνα Καστελλίνα.

Πηγή:ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΠΗΓΗ

Κοινοποίηση άρθρου: